Επιμέλεια ΚικήΤσεκούρα, medlabnews.gr
Η ανίχνευσητων μαθησιακών ιδιαιτεροτήτων ενός παιδιού έχει τεράστια σημασία. Η έγκαιρηδιάγνωση και αντιμετώπιση του μαθησιακού προβλήματος βοηθάει στην επιτυχήαποκατάσταση και στην αποφυγή των ψυχολογικών προβλημάτων που προκαλεί η καθημερινήαποτυχία και απόρριψη που εισπράττουν αυτά τα παιδιά στο σχολείο και στο σπίτι.
Ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» χρησιμοποιείταιγια να περιγράψει τις δυσκολίες που συναντά ένα παιδί σχολικής ηλικίας στογραπτό λόγο, συγκεκριμένα στους τομείς της ανάγνωσης, της γραφής, τηςορθογραφίας και της αριθμητικής. Οι μαθησιακές δυσκολίες εμφανίζονται κατά τιςπρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου, όταν ένα παιδί δυσκολεύεται ναανταποκριθεί στις εκπαιδευτικές απαιτήσεις.
Υπάρχουν δύοκατηγορίες μαθησιακών δυσκολιών: οι γενικές μαθησιακές δυσκολίες και οι ειδικέςμαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία).
Δυστυχώς, ηέλλειψη κατανόησης από το άμεσο περιβάλλον του παιδιού, η κριτική και ηαπόρριψη μπορούν να δυσχεράνουν ακόμη περισσότερο την ήδη φορτισμένη κατάσταση.Οι γονείς συχνά αφήνουν το χρόνο να κυλήσει γιατί δε γνωρίζουν ότι μπορούννα κάνουν κάτι για την ουσιαστική αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, ενώπαράλληλα ελπίζουν ότι αυτές οι δυσκολίες του παιδιού τους θα εξαφανισθούν–ως δια μαγείας- καθώς αυτό θα μεγαλώνει και θα ωριμάζει.
Ωστόσο, ηέγκαιρη παρέμβαση είναι καθοριστική. Η σωστή συναισθηματική καιεκπαιδευτική προσέγγιση του παιδιού είναι δυνατόν να αλλάξει αποφασιστικά τηστάση του απέναντι στο σχολείο.
Για την έγκαιρηδιάγνωση μαθησιακών προβλημάτων, οι ακόλουθες ενδείξεις μπορούν ναβοηθήσουν να εντοπιστούν τα παιδιά που θα αντιμετωπίσουν μαθησιακές δυσκολίεςστη μαθητική τους ζωή:
• Όταν μιλάνε, κάνουν αναγραμματισμούς (πχ λένε Παθαναϊκός αντί γιαΠαναθηναϊκός).
• Μπερδεύουν λέξεις που μοιάζουν ηχητικά (πχ γεμίσει/γεννήσει).
• Έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο και κάνουν γραμματικά και συντακτικά λάθη.
• Δυσκολεύονται να αποστηθίσουν τραγουδάκια.
• Αδυνατούν να διηγηθούν κάτι που τους συνέβη ή να αφηγηθούν μια ιστορίαπαραθέτοντας τα γεγονότα στη σωστή χρονική αλληλουχία. Οι προτάσεις τους δενείναι ολοκληρωμένες νοηματικά.
• Δυσκολεύονται να ονομάσουν αντικείμενα που βρίσκονται στο άμεσο περιβάλλοντους με αποτέλεσμα να κάνουν παύσεις ψάχνοντας να βρουν τη σωστή λέξη καθώςμιλάνε, ή να καταφεύγουν σε χειρονομίες προκειμένου να επικοινωνήσουν με τοσυνομιλητή τους.
• Δυσκολεύονται ενδεχομένως να σχεδιάσουν ορισμένα σχήματα (πχ ρόμβος).
• Δεν ξέρουν να γράψουν το όνομά τους ή το γράφουν λάθος.
• Συγχέουν γράμματα που μοιάζουν οπτικά (πχ φ/θ, γ/χ).
• Ξεχνούν τις οδηγίες που δίνει η δασκάλα σχετικά με τις ασχολίες τους μέσαστην τάξη ή τι πρέπει να ετοιμάσουν για την επόμενη μέρα.
• Ξεχνούν τα πράγματά τους στο σχολείο.
• Αφαιρούνται και αδυνατούν να μείνουν συγκεντρωμένα σε μια δραστηριότητα.
• Δυσκολεύονται να επαναλάβουν με τη σωστή σειρά τις ημέρες της εβδομάδας καιτις εποχές.
• Επίσης δυσκολεύονται στη σωστή χρήση χρονικών επιρρημάτων (πχ πριν, τώρα,μετά, χθες, αύριο) και συχνά υστερούν στην κατανόηση χωρικών εννοιών.
Η διάγνωση μπορεί να πραγματοποιηθεί στο τέλοςτης δευτέρας τάξης του δημοτικού, όπου έχει ολοκληρωθεί πλήρως η εκμάθηση τηςγραφής και της ανάγνωσης μέσα από τη χρήση τεστ ανάγνωσης, κατανόησης,γραφής-ορθογραφίας, ανάπτυξης θέματος, αριθμητικής, ψυχομετρικών εργαλείων.
Έχει αποδειχθεί πως όσο πιο έγκαιρα γίνει ηδιάγνωση, τόσο καλύτερα ένα παιδί αξιοποιεί την βοήθεια που του παρέχεται.
Ωστόσο, από τηνπρώτη τάξη του δημοτικού ή και νωρίτερα, όταν υπάρχουν διαπιστωμένες χαμηλέςεπιδόσεις στις μαθησιακές δεξιότητες του παιδιού, προτείνουμε στους γονείς τηναξιολόγηση του παιδιού τους και την έναρξη πρώιμης μαθησιακής παρέμβασης. Είναιαποδεκτό από την επιστημονική κοινότητα ότι αν η παρέμβαση ξεκινήσει νωρίς,τα αποτελέσματα είναι θεαματικότερα.
Διαβάστε επίσης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου