Ποτέ δεν ήταν καλύτερη περίοδος για να είναι κάποιος επιχειρηματίας στον χώρο της ομορφιάς. Το Forbes υπολογίζει ότι υπάρχουν τουλάχιστον 40 διακεκριμένες startup εταιρείες που ασχολούνται με προϊόντα καλλωπισμού, οι οποίες έχουν δημιουργηθεί από γυναίκες. Αυτές συναποτελούν μια βιομηχανία με συνολικές πωλήσεις 445 δισ. δολαρίων, η οποία αποτελεί τον ιδανικό χώρο για να ξεκινήσουν οι γυναίκες μεγάλες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Δεν είναι μόνο ένας εξαιρετικός τομέας για να ξεκινήσει μια γυναίκα επιχείρηση, είναι ιδανικός και για να την πουλήσει αποκομίζοντας μεγάλα κέρδη. Τουλάχιστον 62 ιδιωτικές εταιρείες προϊόντων ομορφιάς πουλήθηκαν το 2016, αριθμός αυξημένος κατά 38% σε σχέση με το 2015 και παράλληλα αριθμός ρεκόρ αναφορικά με το 2012, αναφέρουν τα στοιχεία της CB Insights. Πάντα σύμφωνα με την CB Insights, μέχρι στιγμής το 2017 έχουν αλλάξει χέρια 14 εταιρείες του χώρου. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, το 2017 αναμένονται εξαγορές στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2016, ίσως και λίγο περισσότερες.
Μια από τις εταιρείες που έχουν ωφεληθεί από αυτή την τάση είναι η IT Cosmetics, που άρχισε τη λειτουργία της πριν από σχεδόν 10 χρόνια, από την πρώην τηλεοπτική δημοσιογράφο, Jamie Kern Lima. Ξεκίνησε να ασχολείται με την παραγωγή καλλυντικών όταν εμφάνισε ροδόχρους ακμή και συνειδητοποίησε ότι τα περισσότερα από τα σκευάσματα που χρησιμοποιούσε μέχρι τότε έκαναν το δέρμα της να φαίνεται χειρότερα. Ήθελε να δημιουργήσει μια φόρμουλα η οποία θα βοηθούσε γυναίκες με δερματικά προβλήματα, όπως ακμή, ρυτίδες και ροδόχρους ακμή. "Άρχισα να σκέφτομαι ότι υπάρχει χώρος σε αυτή την αγορά. Και αυτό γιατί ενώ υπάρχουν πολλές εταιρείες καλλυντικών, με πολύ ωραία παρουσία, εγώ δεν μπόρεσα να βρω ένα προϊόν που να μπορούσε να μου λύσει το πρόβλημα", αναφέρει η Lima. Τελικά η L’Oreal εξαγόρασε την IT Cosmetics έναντι 1,2 δισ. δολάρια τον Αύγουστο του 2016. Η Kern Lima κέρδισε 140.0000.000 δολάρια, αρκετά για να την κατατάξουν στην 41η θέση με τις πλουσιότερες αυτοδημιούργητες Αμερικανίδες.
Άλλη πετυχημένη επιχειρηματίας στον χώρο της ομορφιάς, που κατάφερε να εξαργυρώσει την ιδέα της, είναι η Toni Ko. Ξεκίνησε να κατασκευάζει υψηλής ποιότητας eyeliners και lip gloss σε trendy χρώματα, τα οποία διέθετε σε οικονομικές τιμές. Η L’Oreal εξαγόρασε την επιχείρηση της το 2015 έναντι 500.000.000 δολαρίων, με την Κο να κερδίζει 270.000.000 δολάρια.
Υπάρχουν και πολλές άλλες αντίστοιχες ιστορίες επιτυχίας, όπως της startup Beauty Bioscience της Jamie O'Banion που ασχολήθηκε με προϊόντα αντιγήρανσης, της Tiffany Masterson και της Sunday Riley που η ομώνυμη σειρά προϊόντων της δημιούργησε φανατικό κοινό. Όλες αυτές οι επιχειρηματίες σηματοδοτούν την ταχύτατα αναπτυσσόμενη βιομηχανία της ομορφιάς και κάποιος αξίζει να τις παρακολουθήσει.
Το να πετυχαίνουν οι γυναίκες στον τομέα της ομορφιάς δεν είναι καινούργια υπόθεση. Το 1940 η γεννημένη στο Queens, Estée Lauder, πουλούσε κρέμες προσώπου στα σαλόνια ομορφιάς της Νέας Υόρκης. Άφησε στους κληρονόμους της μια περιουσία αξίας 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 1995, η Bobbi Brown, μια μακιγιέζ που έγινε επιχειρηματίας στον χώρο της ομορφιάς, πούλησε τότε την εταιρεία της για 70 εκατομμύρια δολάρια, ποσό που σήμερα ανέρχεται γύρω στα 115.000.000 δολάρια
Παρόλα αυτά σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να ξεκινήσει και να πουληθεί μια εταιρεία. Καταρχάς το κόστος για να ξεκινήσει κάποιος είναι πολύ χαμηλότερο. Και αυτό γιατί υπάρχουν πολλά εργαστήρια στη χώρα, όπου κάποιος επιχειρηματίας μπορεί να συνεργαστεί με κάποιον χημικό- μέσω της σύναψης ενός συμβολαίου- για την ανάπτυξη καλλυντικών, κάτι που σημαίνει ότι πολλοί μπορούν να προσπαθήσουν να εμπλακούν στη βιομηχανία της ομορφιάς. Εταιρείες λιανικού εμπορείου, όπως η Sephora και η Ulta δίνουν ώθηση στα προϊόντα μικρών startup που έχουν δυνατότητες, ενώ και οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να τα δοκιμάσουν, ιδιαίτερα αυτά που των εταιρειών που έχουν πολλούς ακόλουθους στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, όπως η IT Cosmetics.
Όμως όσο εύκολο είναι για να ξεκινήσει μια εταιρεία στον χώρο της ομορφιάς, τόσο δύσκολο είναι για τις μικρές επιχειρήσεις να σταθούν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Όχι μόνο γιατί έχουν να αντιμετωπίσουν δαιδαλώδεις εθνικές νομοθεσίες, αλλά πρέπει να λύσουν και προβλήματα στην χώρα τους, όπως με τους προμηθευτές των πρώτων υλών τους και το δίκτυο διανομής των προϊόντων τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλές από αυτές να καταλήγουν να εξαγοράζονται από μεγάλες πολυεθνικές, που με μεγάλη χαρά τις εντάσσουν στο δυναμικό τους. Το ζήτημα για τις εταιρίες κολοσσούς είναι να ανακαλύπτουν νέες και πετυχημένες startup με δυνατότητες ανάπτυξης, σε μια περίοδο που η βιομηχανία της ομορφιάς αναπτύσσεται με ρυθμό 3% κατ’ έτος.
Της Chloe Sorvino
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου